«…Την ημέρα, αν δεν ασχολιόντουσαν με τις λιγοστές τους υποχρεώσεις, ξάπλωναν στο γρασίδι ή κάτω από κάποιο δέντρο, μόνοι ή κατά ζεύγη, διάβαζαν ποίηση ή απλώς παρατηρούσαν την φύση που έμοιαζε να τους εκστασιάζει. Είχαν όλοι τους ένα ήρεμο και χαρούμενο πρόσωπο παιδιού, και έμοιαζαν να αγαπιούνται μεταξύ τους μ’ έναν δεσμό που δεν θα τον λέγαμε ερωτικό, δεν είχε σαν κίνητρο τον έρωτα, αλλά κάτι βαθύτερο όσο και απλοϊκό, την αγάπη για την αγάπη, χωρίς κάποιο φανερό τουλάχιστον αντάλλαγμα. Ανταπέδιδαν αν θέλετε αυτήν την αγάπη χαρίζοντας λουλούδια στα κορίτσια τα οποία τα πέρναγαν στ’ αυτιά, ενώ αυτά ξεμονάχιαζαν τα αγόρια που τους άρεσαν με ντροπές και ενδοιασμούς, χαρίζοντας τους απλόχερα μόνο την ευκαιρία για την πρόταση Γάμου. Οι φωνές και τα γέλια τους τάραζαν την ησυχία του δάσους ψηλά. Τα πουλιά σταμάταγαν το τραγούδι τους για ν’ ακούσουν τα «Πουλιά της νιότης», ένα ασυνήθιστο είδος για το δάσος εκείνο, και τα μικρά ζώα του δάσους, ανήσυχα απ’ την ξέφρενη ζωή γύρω τους, μπαινόβγαιναν στις φωλιές τους, υποκύπτοντας κι’ αυτά στην ανιαρή ανάγκη της αναπαραγωγής. Αυτές τις φωνές καλέσματα - απ’ τις σειρήνες του μυαλού του - άκουσε ο Βάγγος σε μια από τις βόλτες του και πλησίασε να δει από πού έρχονται και από ποιούς. Το δάσος το ήξερε την Θάλασσα την έζησε όσο όλοι οι χωριανοί και η γενιά του. Όσο βαθειά κι αν προχώρησε μέσα σ’ αυτό, ποτέ δεν άκουσε φωνές και γέλια που να απειλούν την σιγαλιά του δάσους και το προαιώνιο του μυστήριο. Τον ξάφνιασαν αυτές οι φωνές, είχε συνηθίσει στις βόλτες του να απολαμβάνει την σιωπή, έμοιαζε τόσο με την δική του, αυτή του δάσους που ψιθυρίζει με τους ήχους του και σε καλεί να προχωρήσεις όλο και πιο βαθειά, μαγεύοντας σε όλο και πιο πολύ, και πιο πολύ, μέχρι να του παραδοθείς ολοκληρωτικά, κατακτώντας σε στο τέλος. Για να αναλάβουν μετά τα ξωτικά και οι νεράιδες και οι αφηγήσεις μιας ανθρωπότητας, δίνοντας σου το τελειωτικό χτύπημα, μαγεύοντας σε. Αυτόν τον εξαγνισμό επιδίωκε και ο Βαγγέλης για να γίνει ένα μ’ όλα αυτά, αυτήν την μετάγγιση ομορφιάς επιζητούσε, αποβάλλοντας ότι βλαβερό του δηλητηρίαζε την νεανική του ψυχή. Ενώ είχε τις γνώσεις ως απόστρατος αξιωματικός του στρατού ,την ευχέρεια στην άσκηση της Δημοσιογραφίας, καθώς και της ευχέρεια για πολλές άλλες ενέργειες επαγγελματικών δραστηριοτήτων, προτίμησε να μείνει εκεί και να αγωνιστεί για την ευημερία της περιοχής και την ανάπτυξη αυτής. Έδωσε μέγα αγώνα με αντίπαλο τον κακό εαυτό των κάποιων πολιτών που για πολλούς λόγους μεμπτής άποψης έφεραν τις αντιρρήσεις των σε θέματα που αφορούσαν το κοινό καλό. Το νέο του βιβλίο με θέμα που αφορά όλους μας είναι ήδη στην κυκλοφορία για την ενημερωτική συμβολή του σε όλους μας.»
Με άλλα λόγια… Το κωμειδύλιο στο σύγχρονο πολιτικό μάρκετινγκ. Κάποιοι πιστεύουν ότι αποκαλύπτοντας (δήθεν) τον ψυχικό τους κόσμο και γράφοντας ένα σωρό μ@λ@κιες μπορούν να γίνουν δήμαρχοι.
Μερικά πράγματα, όση προσπάθεια και να καταβληθεί, δεν κρύβονται με τίποτα…
Τι άλλο θα δούμε μέχρι τις εκλογές;